Ετυμολογικό σταυρόλεξο 3 (14062020)

12345678
Across
  1. 2. το αποτέλεσμα του αρχαιοελληνικού ρήματος ψήχω, δηλαδή ξύνω, τρίβω ελαφρά
  2. 4. ενστικτώδης τάση που ωθεί στην εκτέλεση πράξεων που ικανοποιούν ψυχοσωματικές ανθρώπινες ανάγκες
  3. 7. η αισθηση του να νιωθεις γεματος
  4. 8. περιφρονητικός αστεϊσμός, κακοπροαίρετο παιγνίδι σε βάρος κάποιου
Down
  1. 1. η απόδοση σε κάποιον ή κάτι της ίδιας ταυτότητας με κάτι άλλο
  2. 3. Αντιδάνειο από το γαλλικό (instict)
  3. 5. η κατάσταση που είναι τόσο ιδανική ώστε ο τόπος που περιγράφει είναι σαν να μην υπάρχει
  4. 6. αλλιώς το φρένο, συμβαινει οταν σταματα η κινηση των ποδιων
  5. 8. Γεμίζω ένα όχημα με άνδρες